ευδαιμονικοι

ευδαιμονικοι
    εὐδαιμονικοί
    οἱ филос. эвдемоники (философы, считавшие высшим благом счастье) Diog.L.

Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. . 1958.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Смотреть что такое "ευδαιμονικοι" в других словарях:

  • εὐδαιμονικοί — εὐδαιμονικός tending masc nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ευδαιμονικός — ή, ό (Α εὐδαιμονικός, ή, όν) [ευδαίμων] 1. αυτός που τείνει ή οδηγεί στην ευδαιμονία («ἐνέργεια εὐδαιμονικωτάτη», Αριστοτ.) 2. (για πρόσωπα) αυτός που επιζητεί την ευδαιμονία του 3. το αρσ. ως ουσ. οι ευδαιμονικοί οι οπαδοί τού φιλοσοφικού… …   Dictionary of Greek


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»